Το ΑΣΕΠ φέρνει στο τραπέζι των συζητήσεων φλέγοντα ζητήματα του δημοσίου, προκειμένου να υπάρξει ένα περιβάλλον με βελτιωμένες συνθήκες και προοπτικές εργασίας, όπως τόνισε και ο Πρόεδρος του ΑΣΕΠ κ. Θάνος Παπαϊωάννου σε συνέντευξη του στο ThessToday.gr, μετά το πρόσφατο συνέδριο που πραγματοποίησε στη Θεσσαλονίκη με θέμα «Η ταυτότητα εργοδότη στη δημόσια διοίκηση: Μπορεί το δημόσιο να γίνει ένας ελκυστικός εργοδότης;», σε συνεργασία με το Κέντρο Διεθνούς και Ευρωπαϊκού Δικαίου, τον Δικηγορικό Σύλλογο Θεσσαλονίκης και την υποστήριξη του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου, της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας και των Εκδόσεων Σάκκουλα.
Μιλώντας για τα συμπεράσματα που προέκυψαν από το συνέδριο, ανέφερε πως ήταν ομόφωνη η διαπίστωση των ομιλητών από δημόσιο, ιδιωτικό τομέα αλλά και την επιστημονική κοινότητα ότι το δημόσιο δεν αποτελεί αυτήν τη στιγμή στο βαθμό που θα έπρεπε και για τους λόγους που θα έπρεπε, έναν ελκυστικό εργοδότη, παρά το γεγονός ότι προσφέρει εργασιακή ασφάλεια, μονιμότητα και τήρηση της εργασιακής νομοθεσίας.
Μπορεί αρχικά, σύμφωνα με τον κ. Παπαϊωάννου, να υπάρχει μεγάλος αριθμός προσέλευσης υποψηφίων κατά την υποβολή των αιτήσεων τους, όπως πχ. για μια (1) θέση του κλάδου ΠΕ Διεκπεραίωσης Υποθέσεων Πολιτών στα ΚΕΠ του Δήμου Αθηναίων της προκήρυξης 7Κ 2021 υπεβλήθησαν 13.722 υποψηφιότητες, αλλά όταν έρθει η στιγμή του διορισμού, περισσότεροι από τους μισούς δεν αποδέχονται τον διορισμό.
«Συνεπώς, μεσολαβούν παράγοντες που αποτρέπουν τους υποψηφίους να διοριστούν στο δημόσιο», είπε χαρακτηριστικά ο κ. Παπαϊωάννου.
Οι λόγοι είναι πολλοί όπως το γεγονός πως οι υποψήφιοι είναι πιο απαιτητικοί σε σύγκριση με παλαιότερα χρόνια, με το προφίλ του υποψηφίου του ΑΣΕΠ να είναι ελαφρώς διαφορετικό.
«Οι περισσότεροι δεν είναι άνεργοι που αναζητούν εργασία αλλά εργάζονται ήδη, είτε στον ιδιωτικό τομέα είτε στο δημόσιο με προσωρινές συμβάσεις και επιθυμούν μόνιμη απασχόληση είτε επιθυμούν να εργασθούν σε μια άλλη υπηρεσία, αλλά δεν μπορούν στο πλαίσιο της κινητικότητας. Από τις έρευνες προκύπτει ότι τους ενδιαφέρει η εξέλιξη στην εργασία που αφορά μεταξύ άλλων και την ανάληψη ουσιαστικών καθηκόντων», εξήγησε ο πρόεδρος του ΑΣΕΠ ενώ πρόσθεσε:
«Όταν ο εργαζόμενος εισέρχεται στο δημόσιο στα 30 και 40 του έτη, μέχρι να συνταξιοδοτηθεί, μπορεί να εκτελεί τα ίδια καθήκοντα. Τι εργασιακή ικανοποίηση να έχει, λοιπόν, αν δεν αξιοποιηθεί η εμπειρία που στο μεταξύ αποκτά, ή αν δεν εκπαιδευτεί σε νέα πράγματα ώστε να εμπλουτιστούν τα καθήκοντα του;».
Ποια είναι τα επιπλέον συμπεράσματα που προέκυψαν από το συνέδριο σας;
Ένα άλλο σημείο που τονίστηκε συνέδριο είναι ότι δεν υπάρχουν οργανωμένες δομές μετάδοσης της εμπειρίας των παλαιότερων προς τους νεότερους. Αφήνουμε τον νεοεισερχόμενο του δημόσιου να μάθει να «κολυμπάει» μόνος του. Είναι αναμενόμενο και λογικό να μην προλαβαίνουν λόγω αυξημένων αρμοδιοτήτων οι προϊστάμενοι να έχουν τον ρόλο του εκπαιδευτή. Είναι αναγκαίο, λοιπόν, να υπάρξει στο δημόσιο ο «μέντορας», δίνοντας του ταυτοχρόνως κίνητρα ώστε οι νεότεροι να αξιοποιήσουν τις γνώσεις και την εμπειρία των παλαιότερων που βρίσκονται στο στάδιο της συνταξιοδότησης.
Παράλληλα, ο νεοεισερχόμενος υπάλληλος του δημοσίου γνωρίζει ότι είτε εργαστεί πολλές ώρες είτε λίγο, με τον ίδιο μισθό θα πορευτεί. Ακόμη και ιδιαίτερα αποδοτικός να είναι, πάλι τον ίδιο μισθό θα έχει. Εκτός από την αξιολόγηση, οι εργαζόμενοι χρειάζονται μπόνους παραγωγικότητας, καθώς ένα ποσοστό των υπαλλήλων αξίζουν το κάτι παραπάνω. Η κυβέρνηση πριν το 2019 είχε θέσει ένα σχετικό πλαίσιο, το οποίο όμως δεν εφαρμόστηκε. Η νέα κυβέρνηση έκανε πρόσφατα σχετικές εξαγγελίες και είμαστε σε αναμονή για το νομοσχέδιο.
Οι ευχάριστες εργασιακές συνθήκες αλλά και οι ιδέες που έχουν πολλές φορές οι εργαζόμενοι και οι εκπρόσωποί τους βοηθούν προς αυτήν την κατεύθυνση, όπως αντίστοιχα συμβαίνει και στον ιδιωτικό τομέα. Για παράδειγμα, η δανειστική βιβλιοθήκη που έχουμε στον ΑΣΕΠ προτάθηκε από δύο υπαλλήλους και το αποδέχτηκα. Οι εργαζόμενοι δώρισαν και αντίστοιχα δανείζονται βιβλία, τα οποία είναι πλέον πάνω από 500 και το 35% των εργαζομένων μας έχουν ήδη δανειστεί κάποιο βιβλίο. Στο ΑΣΕΠ υπάρχουν ακόμη πρωτοβουλίες για περιβαλλοντικές ομάδες, εκδηλώσεις για ευαισθητοποίηση μεγάλων και μικρών. Γιατί να γίνονται αυτά μόνο στους ιδιωτικούς φορείς κι όχι στο δημόσιο;
Εν κατακλείδι, μπορεί το δημόσιο του σήμερα να έχει βελτιωθεί σε σύγκριση με 20 χρόνια πριν, κυρίως στις υποδομές και τον τεχνολογικό εξοπλισμό των υπηρεσιών. Από την άλλη, όμως, και οι προσδοκίες των εργαζομένων αυξάνονται αλλά και οι απαιτήσεις της σύγχρονης δημόσιας διοίκησης που επεκτείνεται, με αποτέλεσμα να χρειάζονται περισσότερα και ταχύτερα βήματα.
Αναφορικά με την έρευνα που παρουσιάστηκε στο συνέδριο του ΑΣΕΠ, ποια ήταν τα συμπεράσματα;
Για την έρευνα απευθυνθήκαμε σε 15.000 υποψήφιους για διορισμό και ανταποκρίθηκε το 1/3. Οι περισσότεροι επιθυμούν να εργαστούν στο δημόσιο υπό όρους. Θα αποδέχονταν δηλαδή μια θέση, με την προϋπόθεση το καλό εργασιακό κλίμα, τις προοπτικές εξέλιξης και την ισορροπία μεταξύ προσωπικής και επαγγελματικής ζωής. Στο τελευταίο ζήτημα οι επιδόσεις του δημοσίου είναι καλύτερες από αυτές του ιδιωτικού τομέα αλλά υπάρχουν ακόμη περιθώρια βελτίωσης με την τεχνολογία σύμμαχο, όπως η τηλεργασία που δεν έχει αξιοποιηθεί όσο θα έπρεπε στο δημόσιο. Αυτό συμβαίνει λόγω του φόβου των προσωπικών δεδομένων και της κυβερνοασφάλειας που λειτουργεί ανασταλτικά σε νέες πρωτοβουλίες και φυσικά του φόβου της κατάχρησης της τηλεργασίας.
Πώς μπορεί το ΑΣΕΠ να συνεισφέρει προς αυτήν την κατεύθυνση και να γίνει το δημόσιο εν τέλει ένας ελκυστικός εργοδότης;
Κατ’ αρχάς να ξεκινήσει από τα του οίκου του, καθώς το ΑΣΕΠ είναι εργοδότης 270 υπαλλήλων. Για να αλλάξουν ορισμένα πράγματα, δεν είναι μόνο θέμα του νόμου αλλά προκύπτει και η αναγκαιότητα λήψης πρωτοβουλιών σε συνεργασία με εργαζόμενους, ξεκινώντας από κάτω προς τα πάνω. Και αυτό παράλληλα με τις άλλες δημόσιες υπηρεσίες. Το συνέδριο ήταν ένα βήμα προς αυτήν την κατεύθυνση. Είναι η πρώτη φορά που γίνεται κάτι τέτοιο στη χώρα με θέμα την ελκυστικότητα του δημοσίου ως εργοδότη, ανοίγοντας μια συζήτηση με μέλλον.
Η βελτίωση της ελκυστικότητας του δημοσίου ως εργοδότη, εξάλλου, θα διευκολύνει και το έργο των προσλήψεων. Όταν δεν είναι ικανοποιημένοι οι υποψήφιοι από τη θέση εργασίας, και αρνούνται τελικώς να διοριστούν ή διορίζονται και μετά από λίγους μήνες αποχωρούν, ξεκινά από την αρχή η διαδικασία διορισμού, η οποία είναι χρονοβόρα και εις βάρος της ταχύτητας των προσλήψεων. Είναι ένας φαύλος κύκλος.
Πώς αξιολογείτε τη συμμετοχή των υποψηφίων στους διαγωνισμούς του ΑΣΕΠ και τη συμμετοχή από τη Βόρεια Ελλάδα;
Αυξάνεται ο αριθμός των υποψηφιοτήτων αλλά δεν αυξάνεται ο τελικός αριθμός των ατόμων που διορίζονται. Τα τελευταία τρία χρόνια κατατέθηκαν στο ΑΣΕΠ 600.000 αιτήσεις από 290.000 περίπου υποψήφιους (σ.σ. ένα άτομο μπορεί να έχει μετάσχει σε παραπάνω από μία προκήρυξη). Στις διαδικασίες του διαγωνισμού, η συμμετοχή της Βόρειας Ελλάδας, ιδίως Μακεδονία και Θράκη φτάνει το 30% των υποψηφίων.
Τί αναμένουμε το επόμενο διάστημα για τις προκηρύξεις του ΑΣΕΠ, τι αφορούν και πόσες προσλήψεις προβλέπουν;
Περιμένουμε μερικές μεγάλες προκηρύξεις για τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση με 2.800 θέσεις, 1.600 περίπου θέσεις για ΑμεΑ -που σημειωτέον προκηρύσσονται για πρώτη φορά μέσω ΑΣΕΠ- που δεν αφορούν συγγενείς αναπήρων. Θα ακολουθήσει, βέβαια, και ο νέος γύρος προκηρύξεων για τους επιτυχόντες του γραπτού διαγωνισμού του 2023 και των κενών που θα προκύψουν.
Υπάρχει έλλειψη εξειδικευμένου προσωπικού στο δημόσιο;
Κατά τη γνώμη μου, η μεγαλύτερη έλλειψη στο δημόσιο είναι στον τομέα της πληροφορικής, καθώς έχουμε ένα ενιαίο μισθολόγιο όπου ο ειδικός πληροφορικής αμείβεται με υποπολλαπλάσιο μισθό από αυτόν τον συναδέλφων του στον ιδιωτικό τομέα, με συνέπεια να προκύπτει πρόβλημα στην προσέλκυση ατόμων πληροφορικής. Στις αρχές Ιουνίου αναμένουμε τα αποτελέσματα της προκήρυξης του Υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης και με ενδιαφέρον θα δούμε πόσοι τελικά από αυτούς που επιλεγούν, τελικά θα αναλάβουν καθήκοντα.
Ποια είναι η επόμενη ημέρα του ΑΣΕΠ και σε ποιους τομείς χρειάζεται βελτίωση;
Με αφετηρία αυτό που έχουμε κατακτήσει μέχρι τώρα στο ΑΣΕΠ, δηλαδή να μην αποτελούν οι προσλήψεις μέρος της πολιτικής ζωής του τόπου και να προχωρήσουμε παραπέρα:
-Την ταχύτητα των διαδικασιών πρόσληψης καθώς οι μεγάλοι χρόνοι αναμονής δημιουργούν προβλήματα και για τους υποψηφίους και για τις υπηρεσίες. Στηρίζω πολλά στην αναβάθμιση του πληροφορικού συστήματος του ΑΣΕΠ που όμως θέλει χρόνο.
-Πιο ουσιαστικά κριτήρια επιλογής και εδώ έρχεται ο γραπτός διαγωνισμός, ένα πολύ σημαντικό βήμα προόδου. Το πανεπιστημιακό υπόβαθρο των υποψηφίων και οι γνώσεις δεν είναι ίδια σε όλους, ούτε και η ποιότητα των πανεπιστημίων εντός και εκτός Ελλάδας είναι ίδια ενώ δεν αρκεί η επιλογή των υποψηφίων με βάση το πτυχίο.
-Τέλος, ένας τρίτος τομέας στον οποίο πρέπει να δώσουμε καλά αποτελέσματα ως ΑΣΕΠ είναι η διαδικασία επιλογής διοικητών σε νοσοκομεία και υγειονομικές περιφέρειες.
Ο διαγωνισμός με τεστ δεξιοτήτων που έγινε ηλεκτρονικά ήταν μια σημαντική καινοτομία που κλήθηκε να υλοποιήσει και υλοποιεί το ΑΣΕΠ.
Είναι μια δύσκολη και μακρά διαδικασία με περίπλοκα κριτήρια μοριοδότησης, ενστάσεις, συνεντεύξεις, πρακτικά που θα καλύψουν εκατοντάδες σελίδες και θα απαιτήσει μεγάλο αριθμό ανθρώπινων πόρων από το ΑΣΕΠ και τα κατά περίπτωση αρμόδια υπουργεία.
Το σημαντικότερο δε, είναι ότι υπάρχει μεγάλη δυσπιστία απέναντι στο νέο σύστημα από πολλές πλευρές.
Θα το παλέψουμε όμως γιατί εάν στεριώσει –με τις βελτιώσεις που θα διαπιστωθεί στην πράξη ότι πρέπει να γίνουν- θα είναι προς όφελος της δημόσιας διοίκησης.
ΠΗΓΗ – DNEWS.GR