Οι άνοιες είναι παθήσεις που προκαλούν προοδευτική έκπτωση των ανωτέρων νοητικών λειτουργιών σε βαθμό που καθιστούν προβληματική την ανεξάρτητη διαβίωση των ασθενών.
Εκτός της νοητικής έκπτωσης συνυπάρχουν συχνά και συμπεριφορικές και ψυχικές διαταραχές. Η συχνότητα της είναι μεγάλη καθώς υπολογίζεται ότι στα άτομα ηλικίας άνω των 80 ετών περίπου ένας στους τρεις νοσεί από αυτήν. Στη χώρα μας οι ασθενείς με άνοια υπολογίζονται στους 150.000.
«Η νόσος Alzheimer εξελίσσεται προοδευτικά επί πολλά χρόνια. Οφείλεται στην εναπόθεση β-αμυλοειδούς και νευροινιδιακών σωρών (πρωτεΐνη Tau) σε διάφορες περιοχές του εγκεφάλου που οδηγούν σε ατροφία. Οι βλάβες ξεκινούν από τους κροταφικούς λοβούς του εγκεφάλου και εξαπλώνονται σιγά σιγά και σε άλλες γειτονικές περιοχές» εξηγεί ο κ. Στυλιανός Δωρής, Νευρολόγος Διευθυντής Α’ Νευρολογικής Κλινικής του Metropolitan General μιλώντας στο ΑΠΕ – ΜΠΕ και συνεχίζει:
«Η αιτιολογία της νόσου είναι πολυπαραγοντική. Αυτό σημαίνει ότι το DNA αλλά και περιβαλλοντικοί παράγοντες αλληλεπιδρούν ώστε να εκδηλωθεί τελικά η πάθηση. Στους περιβαλλοντικούς παράγοντες περιλαμβάνονται οι κρανιο-εγκεφαλικές κακώσεις, η αρτηριακή υπέρταση, η δυσλιπιδαιμία, ο σακχαρώδης διαβήτης, η καθιστική ζωή, το κάπνισμα, η κατάχρηση αλκοόλ κλπ.».
Κατά την αρχική φάση της νόσου έχουμε αλλοιώσεις στον εγκέφαλο χωρίς σαφείς κλινικές εκδηλώσεις. Αυτό μπορεί να διαρκέσει αρκετά χρόνια. Αργότερα εμφανίζονται προοδευτικά τα κλινικά συμπτώματα και επιδεινώνονται σταθερά.
«Το συχνότερο σύμπτωμα είναι η διαταραχή της πρόσφατης μνήμης. Επίσης συνυπάρχουν διαταραχές του λόγου, του προσανατολισμού στον χώρο και τον χρόνο, δυσκολία στον προγραμματισμό και εκτέλεση συνθέτων δραστηριοτήτων αλλά και ψυχικές διαταραχές (κατάθλιψη, άγχος, επιθετικότητα, ανάρμοστη συμπεριφορά, παραληρηματικές ιδέες διώξεως, ψευδαισθήσεις).
Η σειρά με την οποία εμφανίζονται οι κλινικές εκδηλώσεις ποικίλουν από ασθενή σε ασθενή. Αυτό σημαίνει ότι στα αρχικά στάδια υπάρχει μία μεγάλη κλινική ετερογένεια. Όμως, στα τελικά στάδια, οι πάσχοντες καθηλώνονται στο κρεββάτι με βαρύτατες κινητικές και νοητικές διαταραχές και πλήρως εξαρτημένοι ακόμη και για τις βασικές λειτουργίες τους» επισημαίνει ο ειδικός.
«Η διάγνωση της νόσου βασίζεται κυρίως στο λεπτομερές ιστορικό, την κλινική εξέταση του ασθενούς, σε διάφορα νευροψυχολογικά test καθώς και στον αποκλεισμό παθήσεων που μπορούν να «μιμηθούν» τη νόσο Alzheimer. Δεν υπάρχει κάποια συγκεκριμένη εξέταση που να αρκεί για να τεκμηριώσει την διάγνωση.
Χρήσιμες ωστόσο είναι οι αιματολογικές εξετάσεις, η αξονική ή μαγνητική τομογραφία εγκεφάλου, το σπινθηρογράφημα αιματικής ροής και τομογραφία εκπομπής ποζιτρονίων (SPECT), η οσφυονωτιαία παρακέντηση και ενδεχομένως ο γενετικός έλεγχος», προσθέτει.
Η νόσος Alzheimer δεν αφορά μόνον στον πάσχοντα αλλά και σε όλη την οικογένειά του και ιδιαίτερα στα άτομα που τον φροντίζουν. Αυτά τα άτομα δέχονται πολύ μεγάλη συναισθηματική φόρτιση από τους ασθενείς.
«Η θεραπεία περιλαμβάνει την χορήγηση φαρμάκων που καθυστερούν την εξέλιξη της νόσου. Τα φάρμακα αυτά έχουν πολύ μικρή επίδραση στην εξέλιξη της πάθησης. Επίσης, χορηγούνται και άλλα φάρμακα για να αντιμετωπισθούν οι συμπεριφορικές και ψυχικές διαταραχές των ασθενών που πολλές φορές είναι και το σοβαρότερο πρόβλημα», τονίζει και συμπληρώνει:
«Όσον αφορά τις καινούργιες φαρμακευτικές θεραπείες, πρόσφατα έλαβε έγκριση κυκλοφορίας από την Αμερικανική Υπηρεσία Φαρμάκων και Τροφίμων (FDA) ένα μονοκλωνικό αντίσωμα με το όνομα Lecanemab, ενώ σύντομα αναμένεται να λάβει έγκριση και άλλο ένα φάρμακο, το Donanemab.
Για την ώρα κανένα από τα δύο δεν έχει λάβει έγκριση κυκλοφορίας στην Ευρώπη. Και οι δύο αυτές ουσίες φαίνεται να ελαττώνουν την συγκέντρωση και εναπόθεση β-αμυλοειδούς στον εγκέφαλο και να καθυστερούν την εξέλιξη της νόσου. Η ένδειξη χορήγησης τους είναι η ήπια μορφή Alzheimer.
Υπάρχει πάντως πολύ μεγάλη συζήτηση αλλά και διχογνωμία τόσον όσον αφορά στην αποτελεσματικότητα όσο και στην ασφάλεια των φαρμάκων αυτών. Μεταξύ των παρενεργειών περιλαμβάνονται το εγκεφαλικό οίδημα και εγκεφαλικές αιμορραγίες. Ωστόσο πρόκειται για δύο επαναστατικές θεραπείες που ανοίγουν τον δρόμο για άλλες καλύτερες και ασφαλέστερες στο μέλλον», καταλήγει ο κ. Δωρής.
Πηγή:dnews.gr